Περιγραφή
Το κάστρο της Χώρας, μετά την καταστροφή της Παλιόχωρας το 1537, ήταν το διοικητικό κέντρο του νησιού που συγκέντρωσε την πολιτική, πνευματική, εκκλησιαστική και στρατιωτική ηγεσία του τόπου. Βρίσκεται στο νότιο τμήμα του νησιού σε κορυφογραμμή υψομέτρου 200 μέτρων με απόκρημνες πλαγιές του υψώματος, μόλις δύο χιλιόμετρα από τον όρμο Καψαλίου και έχει έκταση 16 περίπου στρεμμάτων. Χτίστηκε το 13ο αιώνα από την ενετική οικογένεια των Βενιέρ, πιθανόν όμως να υπήρχαν οχυρωματικές εγκαταστάσεις νωρίτερα, κατά τα βυζαντινά χρόνια. Το 1503, αφού είχε λήξει ο Β’ Βενετοτουρκικός Πόλεμος, το κάστρο επισκευάστηκε και ανασυγκροτήθηκε από τους Ενετούς, στην προσπάθειά τους να οχυρώσουν τις εναπομείνασες κτήσεις τους. Η στρατηγική του θέση, πάνω σε ένα φυσικό οχυρό, εξασφάλιζε τον έλεγχο της ναυσιπλοΐας στο θαλάσσιο στενό Κυθήρων και Αντικυθήρων, ανάμεσα σε τρία πελάγη, το Ιόνιο το Αιγαίο και το Κρητικό. Γι αυτό χαρακτηρίστηκε το «μάτι της Κρήτης» κατά τη βενετική κυριαρχία στην περιοχή.Το κάστρο αναφέρεται από τους περιηγητές ως απόρθητο λόγω της τέλειας οχύρωσης και του ισχυρού πυροβολικού. Σε μια εποχή που Ενετοί και Τούρκοι ανταγωνίζονταν στο Αιγαίο Πέλαγος, το κάστρο διέσωσε τους κατοίκους του νησιού πολλές φορές. Κατά τη διάρκεια του Γ’ Βενετοτουρκικού Πολέμου, ο διαβόητος ναύαρχος των Οθωμανών, Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα που λεηλάτησε την Παλιόχωρα των Κυθήρων στα 1537, δεν προσέβαλε το κάστρο του Καψαλίου. Το κάστρο γνώρισε την Οθωμανική κατοχή από το 1715 έως το 1718 κατά τη διάρκεια του Ζ’ Βενετοτουρκικού Πολέμου, αλλά επανήλθε στην κυριότητα των Ενετών μετά τη λήξη του πολέμου και την υπογραφή της Συνθήκης του Πασσάροβιτς (Passarowitz) το 1718, με την οποία τερματίστηκε ο πόλεμος Αυστρίας – Βενετίας με την Τουρκία.Στην πύλη του κάστρου, στο δυτικό τείχος δέσποζε ο Λέοντας του Αγίου Μάρκου, το έμβλημα της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας, το οποίο κατέστρεψαν οι Γάλλοι το 1797 όπως και τα οικόσημα στις κατοικίες των ευγενών. Το κάστρο παρέμεινε βενετικό μέχρι το 1797 που περιήλθε στην γαλλική κυριαρχία με τη συνθήκη του Campo – Formio (17 Οκτωβρίου 1797), μαζί με όλα τα Ιόνια νησιά. Τότε οι Γάλλοι με την αστική τάξη και τους αγρότες έκαψαν στην πλατεία του Εσταυρωμένου το “Libro d’ Oro”, το βιβλίο των ευγενών και εγκαθίδρυσαν τη νέα αστική κοινωνία των Κυθήρων. Το 1797 φύτεψαν το δένδρο της Ελευθερίας στην πλατεία του Εσταυρωμένου και κήρυξαν τα ιδανικά της Γαλλικής Επανάστασης, «Ελευθερία, Ισότης, Αδελφότης».Το κάστρο της Χώρας Κυθήρων γνώρισε την κατάληψη από την Ρωσική – Οθωμανική συμμαχία τον Σεπτέμβριο του 1798 μέχρι τις 21 Μαρτίου 1800, όπου με τη συνθήκη της Κωνσταντινουπόλεως Οθωμανοί και Ρώσοι συμφώνησαν τη δημιουργία της Επτανήσου Πολιτείας σε μορφή ημιαυτόνομου κράτους υπό την προστασία τους. Με τη συνθήκη του Τιλσίτ, τον Ιούλιο του 1807 οι Ρώσοι παραχώρησαν τον έλεγχο των νησιών και πάλι στη Ναπολεόντεια Γαλλία. Οι Γάλλοι το 1809 άρχισαν σταδιακά να χάνουν για άλλη μια φορά τα νησιά, αυτή τη φορά από τους Άγγλους. Έως το 1814 οι Άγγλοι είχαν καταλάβει όλα τα Επτάνησα με αποτέλεσμα την ίδρυση του αυτόνομου Ηνωμένου Κράτους των Ιονίων Νήσων το 1815 (προτεκτοράτο της Μεγάλης Βρετανίας με τη συνθήκη των Παρισίων στις 20 Νοέμβρη 1815). Εκείνη την εποχή το κάστρο είχε σχεδόν 200 κατοίκους. Η Βρετανική επιρροή επί των Ιονίων Νήσων τερματίστηκε στις 21 Μαΐου 1864 όταν αυτά ενώθηκαν με το ελεύθερο ελληνικό κράτος.Στα επόμενα χρόνια το κάστρο συνέχισε να κατοικείται μέχρι την γερμανική κατοχή στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο οπότε κατελήφθη από τους κατακτητές.Το κάστρο αποτελείται από το κύριο οχυρό και από μία παράπλευρη έκταση στη βόρεια πλευρά με δεύτερη οχύρωση που περικλείει τον οικισμό Μέσα ή Κλειστό Βούργο (Borgo Serato). Το παλάτι των προβλεπτών βρίσκεται στο ανατολικό άκρο του κάστρου και αποτελούσε την κατοικία του Ενετού προβλεπτή και μετέπειτα του Άγγλου τοποτηρητή. Το κάστρο διέθετε τις φυλακές με το φρουραρχείο, την μεγάλη ενετική θολωτή δεξαμενή, τις οικίες των ευγενών, την πυριτιδαποθήκη και άλλες εγκαταστάσεις. Σε διάφορες θέσεις εντοπίζονται διάσπαρτα μεγάλα κανόνια από την περίοδο των Βενετών, των Ρωσοτούρκων και των Άγγλων. Στο παλάτι των προβλεπτών φιλοξενείται σήμερα το Ιστορικό Αρχείο Κυθήρων, ένα από τα σημαντικότερα της Ελλάδας, που διατηρεί έγγραφα από τον 16ο αιώνα και αποτελεί έναν αρχειακό πλούτο για την ιστορία του νησιού και όχι μόνο.Στο κάστρο υπάρχουν οι εκκλησίες της Παναγίας Μυρτιδιώτισσας ή Καστρινής, της Παναγίας Ορφανής, του Παντοκράτορα και του Αγίου Ιωάννη. Ο ναός της Παναγίας Μυρτιδιώτισσας ή Καστρινής κτίστηκε τον 16ο αιώνα και λειτούργησε ως καθολικός ναός της Παναγίας των Λατίνων μέχρι το 1806 που μετατράπηκε σε ορθόδοξο. Στο εσωτερικό του ναού αυτού φυλασσόταν η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας για δύο περίπου αιώνες (από το Νοέμβριο του 1682), εξαιτίας του φόβου των πειρατικών επιδρομών. Από το 1842 η εικόνα επέστρεψε στο Ιερό Προσκύνημα (όπου φυλάσσεται μέχρι σήμερα) και στο ναό του Κάστρου τοποθετήθηκε ένα αντίγραφο του 1844. Σε επαφή με τον βόρειο τοίχο του ναού βρίσκεται ο ναός της Παναγίας Ορφανής, που ήταν μετόχι της Μονής της Παναγίας Αγκαράθου Ηρακλείου Κρήτης και τη διαφέντευε η οικογένεια Καλλονά. Στο ναό αυτό φυλάχθηκαν η εικόνα και τα κειμήλια της ξακουστής Μονής Αγκαράθου του Ηρακλείου Κρήτης επί 300 χρόνια, αφότου η Κρήτη έπεσε στα χέρια των Τούρκων. Στο ναό του Παντοκράτορα που κτίστηκε το 1545 σώζονται τοιχογραφίες του 16ου και 18ου αιώνα. Στον οικισμό Μέσα ή Κλειστό Βούργο υπάρχουν βυζαντινές και μεταβυζαντινές εκκλησιές με εξαιρετικές τοιχογραφίες. Από τις 14 εκκλησίες που αναφέρονται στις ιστορικές πηγές, διασώζονται οι περισσότερες σε πολύ καλή κατάσταση. Στις παρυφές του κάστρου φύεται η σεμπρεβίβα, το φυτό με το κίτρινο άνθος που δεν μαραίνεται.
Τοποθεσία
Chora Kythira
Add a review